ΑΝΩΤΑΤΗ ΠΑΙΔΕΙΑ ΚΑΙ ΕΡΕΥΝΑ ΩΣ ΕΘΝΙΚΕΣ ΠΡΟΤΕΡΑΙΟΤΗΤΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΑΝΑΣΥΓΚΡΟΤΗΣΗ


του Αχιλλέα Γραβάνη

Διαπιστώσεις

Η οικονομική και κοινωνική κρίση ανέδειξε πολλές από τις διαχρονικές παθογένειες της ελληνικής κοινωνίας: ο ατομικισμός, ο οχαδερφισμός  και η αδιαφορία για το συλλογικό συμφέρον, η λατρεία της ήσσονος προσπάθειας και η ανάδειξη του προσωπικού βολέματος ως κυρίαρχη νοοτροπία, η ελαττωμένη αίσθηση της κοινωνικής ευθύνης και της αλληλεγγύης χαρακτήρισαν την στάση των περισσότερων πολιτών για δεκαετίες.  Ένα τέτοιο κλίμα κοινωνικής συμπεριφοράς συνέδραμε καθοριστικά στις διαμορφούμενες πολιτικές συμπεριφορές των πολιτικών κομμάτων, των συντεχνιών και των διαφόρων συμφερόντων ώστε η χώρα να χάσει την όποια παραγωγική βάση είχε κτίσει μεταπολεμικά. Επιπλέον, η οικονομία της, παρά την είσοδο της στην Ευρωπική Ένωση, κάτω από την πίεση των συντεχνιών και της πελατειακής κομματοκρατίας μετατράπηκε σε μεταπρατική, επιδοματική, συντεχνιακή και εσωστρεφή προς τον δημόσιο τομέα. Η χώρα αντί να επωφεληθεί από την ευρωπαϊκή της ενσωμάτωση οδηγήθηκε σε αποβιομηχάνιση. Το πελατειακό κομματικό κράτος, οι ιδεοληψίες της μεταπολίτευσης και ισχυρά συντεχνιακά συμφέροντα κράτησαν στην άκρη τις δημιουργικές, διεθνώς ανταγωνιστικές δυνάμεις που θα υποστήριζαν αξιοκρατικά την μεταλλαγή της σε μία κανονική, σύγχρονη ευρωπαϊκή χώρα. Η επιχειρηματικότητα, η δημιουργικότητα στον ιδιωτικό  τομέα δαιμονοποιήθηκαν από μία κακώς νοούμενη ‘αριστεροσύνη’ παντού αλλά κυρίως μέσα στα πανεπιστήμια. Το όνειρο των νέων ανθρώπων κατέληξε να είναι το βόλεμα μίας θέσης στο δημόσιο.
Η Ελλάδα παράγει πλέον ελάχιστα ανταγωνιστικά προιόντα και υπηρεσίες υψηλής ποιότητας. Ακόμη και η αγροτική παραγωγή είναι συνήθως, πλην φωτεινών εξαιρέσεων, πρωτόλεια, δίχως τυποποίηση που θα εξασφάλιζε διεθνώς ανταγωνιστικά προιόντα υψηλής προστιθέμενης αξίας. Η χώρα δεν πρόκειται να βγει από την οικονομική κρίση και να αυξήσει την ανταγωνιστικότητα της μέσω της ‘διαχείρησης’ του κόστους εργασίας, με μισθούς δηλαδή πείνας. Δεν έχει καμία τύχη στον ‘μισθολογικό ανταγωνισμό’ με τις χώρες του Τρίτου κόσμου. Η οικονομική της ανάταξη είναι εφικτή μόνο μέσα από στην μετατροπή της σε μία κανονικού τύπου ευρωπαική χώρα με τον ανασχεδιασμό, αναπροσανατολισμό της παραγωγικής της βάσης προς μία οικονομία έντασης γνώσης. Αυτή η μεταμόρφωση όμως απαιτεί αλλαγές σε νοοτροπίες και κοινωνικές συμπεριφορές δεκαετίων που μόνο μία εκπαιδευτική-πολιτιστική ‘επανάσταση’ θα μπορούσε να την εξασφαλίσει.
Το οξύμωρο είναι ότι σε αντίθεση με την επικρατούσα εντύπωση, η χώρα διαθέτει σημαντικό ανθρώπινο κεφάλαιο για τον εκσυγχρονισμό της κοινωνίας και της οικονομίας της: σημαντικοί θύλακες διεθνούς τεχνολογικής αριστείας και αξιολογότατο επιστημονικό προσωπικό δραστηριοποιούνται στα ΑΕΙ και ΕΚ της (12.000 έμπειροι ερευνητές) ενώ η ελληνική επιστημονική διασπορά μετρά άλλους περίπου 12.000 επιστήμονες. Σημαντικό μέρος της παραγόμενης νέας γνώσης από τα ελληνικά ΑΕΙ και ΕΚ είναι ποιοτικό και διεθνώς ανταγωνιστικό: το 1,13% των ελληνικών δημοσιεύσεων γίνεται δεκτό στο 1% των κορυφαίων επιστημονικών περιοδικών («Nature», 492:326, 2012). Επιστήμονες που εργάζονται στην Ελλάδα συμμετείχαν σε 1.776 εγκεκριμένα ερευνητικά ευρωπαϊκά προγράμματα, εξασφαλίζοντας 720 εκατομμύρια ευρώ από το ευρωπαϊκό πρόγραμμα FP7. Δυστυχώς η οικονομία της χώρας δεν επωφελείται από αυτόν τον επιστημονικό πλούτο. Η εξαιρετική νέα γνώση που παράγεται στην Ελλάδα δεν μεταφράζεται σε καινοτόμα προϊόντα και υπηρεσίες, δεν ενσωματώνεται στην οικονομική και επιχειρηματική δραστηριότητα. Η Ελλάδα καταθέτει μόνο δέκα αιτήσεις για πατέντες ανά εκατομμύριο κατοίκους, όταν οι αντίστοιχες επιδόσεις για την Ελβετία είναι 419, για τη Δανία 283 ή για τη Σουηδία 259 (European Patent Office 2010). Στη χώρα μας οι «μέτοχοι» της Ερευνας & Τεχνολογίας (Ε&Τ) δεν συνομιλούν, δεν συνεργάζονται. Οι ιδεοληπτικές στρεβλώσεις στα ΑΕΙ τα έχουν απομονώσει από τον ιδιωτικό τομέα και την παραγωγική διαδικασία, ενώ ο ιδιωτικός τομέας, πλην εξαιρέσεων, έζησε τα προηγούμενα χρόνια ως κρατικοδίαιτος, μεταπρατικός και επιδοματικός, δίχως σημαντικές επενδύσεις σε καινοτόμες δραστηριότητες.

Διεθνή και καλά παραδείγματα

Η διεθνής εμπειρία αναδεικνύει την πολλαπλασιαστική δύναμη της Ανώτατης Παιδείας, της επιστημονικής έρευνας και της καινοτομίας στην οικονομική ανάπτυξη. Σήμερα παρά ποτέ χρειάζεται μια νέα αναπτυξιακή πολιτική που θα στοχεύει στην ενίσχυση και επέκταση του οικοσυστήματος της Ε&Τ που αποτελείται από το κράτος, τους δημόσιους φορείς που παράγουν Ε&Τ (ΑΕΙ και Ερευνητικά Κέντρα - ΕΚ) και βέβαια τις επιχειρήσεις. Η νέα αναπτυξιακή πολιτική θα πρέπει να θέσει την Παιδεία και την Ε&Τ ως «εθνική προτεραιότητα». Η Φινλανδία έχει, σύμφωνα με τις διεθνείς αξιολογήσεις, το αποτελεσματικότερο εκπαιδευτικό σύστημα. Η εκπαίδευση τις τελευταίες δεκαετίες διεθνώς ανταγωνιστικών νέων επιστημόνων είχε άμεσο αντίκτυπο στην οικονομία της χώρας και στην μετατροπή της σε πρωτοπόρο της υψηλής τεχνολογίας. Η διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης, του προνομιούχου της οικονομικού εταίρου, στις αρχές της δεκαετίας του 90, είχε σαν αποτέλεσμα ανεργία 20%, αύξηση του δημόσιου χρέους κατά 60% του ΑΕΠ και ελάττωση του ΑΕΠ κατά 13% (OECD 2010). Η οικονομική καταστροφή οδήγησε τις πολιτικές και ακαδημαϊκές ελίτ της χώρας αυτής να αλλάξουν άρδην την εκπαιδευτική και ερευνητική πολιτική της, αναδεικνύοντας την έρευνα και την καινοτομία σε εθνική προτεραιότητα. Μέσα σε μία δεκαετία και παρά την απίστευτη οικονομική ύφεση σχεδόν τριπλασίασαν τον προϋπολογισμό της παιδείας και της έρευνας και τετραπλασίασαν τον αριθμό των νέων και έμπειρων ερευνητών στα πανεπιστήμια και τα ερευνητικά κέντρα τους. Το 2001 η Φινλανδία αναρριχήθηκε την πρώτη θέση στο κατάλογο ανταγωνιστικότητας της οικονομίας του Παγκόσμιου Οικονομικού Φόρουμ (WTF), θέση που διατηρεί μέχρι σήμερα. Το Ισραήλ υπήρξε άλλο ένα διεθνές παράδειγμα επανασχεδιασμού της οικονομίας του με βάση την εκπαίδευση, την επιστήμη και την καινοτομία. Όπως και η χώρα μας, διαθέτει μία εξαιρετική διεθνή επιστημονική παρουσία με τους Εβραίους άριστους επιστήμονες της διασποράς. Η έρευνα χρηματοδοτείται κατά 80% από τον εγχώριο ιδιωτικό τομέα και την διεθνή εβραϊκή διασπορά.

Οι στόχοι
H εκπαιδευτική διαδικασία οφείλει να εστιάσει στην ‘γένεση’ ενός άλλου είδους πολίτη. Αυτόν που θα διακρίνεται για το αίσθημα κοινωνικής ευθύνης, την αλληλεγγύη, την δημιουργικότητα, την συνεργασιμότητα, την προσαρμοστικότητα. Κοσμοπολίτη, με ισχυρή ευρωπαϊκή συνείδηση, αλλά και με αγάπη και σεβασμό στις παραδόσεις του τόπου, την φύση, το περιβάλλον.  Που θα διακρίνεται για την ευχέρεια του στην ‘πλοήγηση’ στον ωκεανό των γνώσεων που προσφέρει η ηλεκτρονική εποχή.
Για να μπορέσει η χώρα να ανταποκριθεί αποτελεσματικά και διατηρήσιμα στις εξαιρετικές προκλήσεις που αντιμετωπίζει χρειάζεται πολίτες και επαγγελματίες με διαφορετικές από τις σημερινές νοοτροπίες και δεξιότητες  και μια άλλη ηθική. Το Ποτάμι οφείλει να αναδείξει την Παιδεία ως το ασφαλές όχημα γι αυτές τις εκ βάθρων, αναγκαίες μεταβολές και να την προτάξει ως Εθνική Προτεραιότητα για την ανασυγκρότηση της κοινωνίας και της οικονομίας. Οφείλει να στοχεύσει σε ένα εκπαιδευτικό σύστημα που θα παράξει τους νέους δασκάλους και καθηγητές, ως διαμορφωτές του άλλου πολίτη, τους νέους γιατρούς με μία νέα ηθική προσφοράς στον άνθρωπο, τους νέους μηχανικούς με σεβασμό στη παράδοση, στο περιβάλλον, στις εναλλακτικές πηγές ενέργειας, τους νέους οικονομολόγους με πρόταγμα το κοινό οικονομικό συμφέρον και μια εξωστρεφή οικονομική δραστηριότητα, τους νέους τεχνίτες με σύγχρονες και προσαρμόσιμες στις διαρκώς  ανανεούμενες ανάγκες της παραγωγής δεξιότητες, τους νέους αγρότες των εναλλακτικών, διεθνώς ανταγωνιστικών καλλιεργειών. Τους νέους επιστήμονες ερευνητές, που θα δημιουργούν καινοτόμα, διεθνώς ανταγωνιστικά προϊόντα και υπηρεσίες. Τα νέα στελέχη του δημόσιου τομέα, με γνώσεις και υψηλό αίσθημα ευθύνης για την εξυπηρέτηση του πολίτη και το κοινό συμφέρον.
Οι βασικοί πυλώνες λειτουργίας της νέας Παιδείας θα πρέπει να είναι η αξιοκρατία, η διαρκής αξιολογηση, η αλληλεπίδραση με την κοινωνία-οικονομία. Τα εκπαιδευτικά προγράμματα της Α’βάθμιας και Β’βάθμιας εκπαίδευσης θα πρέπει να στοχεύουν στην ουσιαστική μόρφωση, στην ανάπτυξη κριτικής σκέψης, άμιλλας και δημιουργικότητας, με την ισορροπημένη έκθεση στην κλασική παιδεία, στην επιστήμη/τεχνολογία και στην τέχνη. Στην Γ’βάθμια εκπαίδευση οι φοιτητές πρέπει να έρθουν σε επαφή με την αιχμή της επιστήμης τους, να αναπτυξουν σύγχρονες, συγκρεκριμένες επαγγελματικές δεξιότητες για μία αποτελεσματική και δημιουργική επιστημονική και επαγγελματική δραστηριότητα, την συνειδητοποίηση του κεντρικού ρόλου, της ευθύνης τους για την αλλαγή του τόπου. Να διαμορφώσουν τις νέες ελίτ που τόσο ανάγκη έχει ο τοπος.


ΠΑΡΕΜΒΑΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΑΝΩΤΑΤΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ ΚΑΙ ΣΤΗΝ ΕΡΕΥΝΑ

1.      Το Ποτάμι φιλοδοξεί να αλλάξει την χώρα δίχως να την γκρεμίσει: πρέπει να υποστηρίξει την επαναφορά των αρχικών προνοιών του μεταρρυθμιστικού Νόμου 4009/11 για τα ΑΕΙ (Νόμος Διαμαντοπούλου). Επιτάχυνση των διαδικασιών ίδρυσης των Νομικών Προσώπων Ιδιωτικού Δικαίου (ΝΠΙΔ) των ΑΕΙ, σύμφωνα με τον Ν. 4009 που διευκολύνει την επικοινωνία τους με τον ιδιωτικό τομέα και την οικονομική και διοικητική διαχείριση της περιουσίας τους και των εκτός κρατικής χρηματοδότησης επιπλέον πόρων τους (πνευματική ιδιοκτησία από την έρευνα, παροχή εξειδικευμένων υπηρεσιών υψηλής τεχνολογίας, out-sourcing). Ενίσχυση της (σήμερα περιορισμένης) αυτοτέλειας των ΑΕΙ: α) το ίδρυμα να ελέγχει τον αριθμό των φοιτητών που δέχεται, β) ουσιαστικότερες αρμοδιότητες και ευθύνες στα Συμβούλια Ιδρύματος τα οποία προς το παρόν (με λίγες εξαιρέσεις όπως η επιλογή της short list πρυτάνεων και κοσμητόρων) κυρίως εγκρίνουν και επικυρώνουν προειλημμένες αποφάσεις χωρίς ουσιαστική δυνατότητα επέμβασης, γ) απαγκίστρωση από το δημοσιοϋπαλληλικό κώδικα και τις αντίστοιχες διοικητικές δομές: οι διοικητικές υπηρεσίες μιας σχολής να υπάγονται και να είναι υπόλογες στην ηγεσία της σχολής (κοσμητεία) και όχι σε κάποιον άλλο προϊστάμενο διοικητικό υπάλληλο, δ) εκλογή των Καθηγητών και των Ερευνητών με μυστική ψηφοφορία (εμπιστευτικές συστατικές επιστολές εξωτερικών κριτών),
2.      Ουσιαστική και διαρκής αξιολόγηση των ΑΕΙ και των ΕΚ από την Αρχή Διασφάλισης Ποιότητας και Πιστοποίησης της Ανώτατης Εκπαίδευσης (ΑΔΙΠ): σύνδεση της αξιολόγησης με την χρηματοδότηση των ΑΕΙ/ΕΚ. Στελέχωση της ΑΔΙΠ με υψηλού επιπέδου μόνιμο επιστημονικό προσωπικό (σήμερα λειτουργεί αποσπασματικά με ολιγάριθμους αποσπασμένους υπαλλήλους).
3.      Διοικητική αναδιάρθρωση και αναβάθμιση της Γενικής Γραμματείας Έρευνας και Τεχνολογίας (ΓΓΕΤ) σε Υφυπουργείο. Είναι σημαντικό η νέα ΓΓΕΤ να έχει αυτονομία, (υπερκομματικός Υφυπουργός, κορυφαίος Επιστήμων με διοικητική εμπειρία, πενταετούς θητείας) υπό την έννοια ότι έχει σταθερό διευθυντικό προσωπικό καριέρας που δεν αλλάζει με κάθε κυβέρνηση, χρηματοδοτείται αυτόνομα από τον τακτικό προϋπολογισμό και τον διαχειρίζεται αυτόνομα (προφανώς με εποπτεία και ασφαλιστικές δικλείδες).
4.      Εξαίρεση από τις περικοπές στον δημόσιο τομέα της χρηματοδότησης των ΑΕΙ - ΕΚ και της Ε&Τ και αύξηση της χρηματοδότησης Ε&Τ ως το 2020 στο 1,5% του ΑΕΠ (σύμφωνα με την πρόταση του Εθνικού Συμβουλίου Έρευνας και Τεχνολογίας (ΕΣΕΤ). Εφαρμογή του προγράμματος ΕΣΠΕΚ2014-2020 του ΕΣΕΤ για στοχευμένες επενδύσεις σε Ε&Τ σε επιλεγμένους τομείς στους οποίους η χώρα έχει τεκμηριωμένα πλεονεκτήματα και κρίσιμη μάζα άριστων επιστημόνων.
5.      Διεθνής Επιτροπή Επιστήμης με Πρόεδρο τον Πρωθυπουργό και την συμμετοχή κορυφαίων Ελλήνων επιστημόνων και επιχειρηματιών εντός και εκτός Ελλάδας. Η Επιτροπή θα συνέδραμε στην τεκμηρίωση πρότασης προς την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα για την εξαίρεση από το πρόγραμμα οικονομικής προσαρμογής των δαπανών για την Παιδεία και την Έρευνα αλλά και την αναζήτηση επιπλέον πόρων από την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων και την προσέλκυση σημαντικών δωρεών, χορηγιών και επενδύσεων στον χώρο της ελληνικής Επιστήμης και Έρευνας από την Διασπορά.
6.      Αυτονομία και ευελιξία στη λειτουργία των Ερευνητικών Κέντρων με την μετατροπή όλων σε ΝΠΙΔ.
7.      Αναστροφή του επιστημονικής μετανάστευσης, με κίνητρα στο ανθρώπινο επιστημονικό δυναμικό Ε&Τ: κατ΄αρχάς κατάργηση του ισχύοντος μισθολογικού πλαφόν, εφόσον προσελκύουν ερευνητικές χρηματοδοτήσεις εκτός Δημοσίου.
8.      Ενσωμάτωση της έννοιας της καινοτόμου επιχειρηματικότητας νωρίς στην Α’/Β’ εκπαίδευση. Συστηματική επαφή των φοιτητών ΑΕΙ με θέματα καινοτομίας και επιχειρηματικότητας, μέσω μαθημάτων, σεμιναρίων και ημερίδων ώστε να αναπτυχθεί συνείδηση των δυνατοτήτων καθώς και η “επιχειρηματική τεχνογνωσία”.
9.      Πλήρης απαλλαγή από την φορολογητέα ύλη των δαπανών για αγορά εξοπλισμού υψηλής τεχνολογίας, αφαίρεση από την φορολογητέα ύλη των επενδύσεων Ε&Τ σε ιδιώτες και στο δημόσιο.
10.  Υποστήριξη της δημιουργίας κοινών δικτύων έντασης γνώσης δημόσιου και ιδιωτικού τομέα: χρηματοδότηση από το ΕΣΠΑ των άυλων επενδυτικών δαπανών μεταφοράς και διάχυσης τεχνογνωσίας. Οργάνωση γραφείων μεταφοράς τεχνογνωσίας στα ΑΕΙ/ΕΚ τα οποία να συνδέονται και να συνεργάζονται μεταξύ τους, παρέχοντας πληροφορίες και τεχνογνωσία και στο ευρύτερο κοινό.
11.  Θερμοκοιτίδες και γραφεία μεταφοράς τεχνολογίας μέσα στα ΑΕΙ. Ο Ν. 4009 προβλέπει την ίδρυση και λειτουργία Γραφείου Καινοτομίας και Διασύνδεσης στο πλαίσιο του ΝΠΙΔ κάθε ιδρύματος. Προώθηση κοινών start-up καινοτόμων εταιρειών και υποδομών διασύνδεσης και προστασίας πνευματικής ιδιοκτησίας από καθηγητές, ερευνητές και ιδιώτες.
12.  Διεθνής παρουσία των ΑΕΙ στην εκτέλεση ερευνητικών προγραμμάτων για λογαριασμό του διεθνούς ιδιωτικού τομέα (out-sourcing). Διασύνδεση των γραφείων καινοτομίας τους με τα αντίστοιχα διεθνή (πχ, MIT Enterprise Forum). Οι ευκαιρίες πληθαίνουν διαρκώς μετά την παρατηρούμενη ελάττωση της in-house παραγωγής καινοτομίας των μεγάλων εταιρειών: τους κοστίζει σε προσωρινής χρήσης εξοπλισμό και προσωπικό και προτιμούν την ανάθεσή της στους «επαγγελματίες» Ε&Τ, στους ακαδημαϊκούς («Nature», 492:143, 2012). Το επιστημονικό προσωπικό της χώρας είναι εξαιρετικά ανταγωνιστικό σε τεχνογνωσία και κόστος εργασίας. Προώθηση της ίδρυσης κοινών εταιριών έντασης γνώσης από ερευνητές-καθηγητές και ιδιώτες.
13.  Απλοποίηση, ελάττωση της παραλυτικής γραφειοκρατίας της διαχείρισης των ερευνητικών προγραμμάτων του ΕΣΠΑ και της πρόσληψης νέων ερευνητών.
14.  Οικονομική (ΕΣΠΑ, ΕΚΤ) και διοικητική υποστήριξη (ΓΓΕΤ, ΑΕΙ-ΕΚ-ΣΕΒ) της συμμετοχής των μικρομεσαίων επιχειρήσεων (ΜΜΕ), στο ευρωπαϊκό πρόγραμμα Horizon 2020, και στα δίκτυα ερευνητικών υποδομών μέσω συνεργασιών τους με τα ΑΕΙ και ΕΚ, για τη μεταφορά τεχνογνωσίας και τον εκσυγχρονισμό του τεχνολογικού τους εξοπλισμού.
15.  Προώθηση των εταιρικών συνεργασιών καινοτομίας (clusters) για τον περιορισμό του επενδυτικού ρίσκου (risk sharing). Η πρόταση του ΕΣΕΤ για το ΕΣΠΕΚ2014-2020 περιέχει συγκεκριμένες σχετικές δράσεις.

Αχιλλέας Γραβάνης


Σχόλια

  1. Αγαπητέ κ. Γραβάνη,
    Σας διαφεύγει κάτι:
    Η οικογενειοκρατία στα ΑΕΙ

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Δημοσίευση σχολίου

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Κίμων Χατζημπίρος: Ύστατος πόρος: Η πράσινη και ψηφιακή μετάβαση είναι μια πρόταση για το μέλλον.

Βάσω Κιντή: Παραιτούμαι από μέλος της ΚΕ και αποχωρώ από το κόμμα της Δημοκρατικής Αριστεράς

Κίμων Χατζημπίρος: Ατελέσφορη Οικολογία